Friday 28 November 2014

Ανάδυση



Σήμερον:
                 Ανάδυση
                 Υ.Γ.: Πώς κάνεις έναν νεοναζί να κλείσει τ’ αυτιά του


Ανάδυση

   Αν η ελευθερία είναι ο πολύτιμος αέρας, τότε ο χρόνος είναι το οξυγόνο. Αυτονομία χωρίς ελεύθερο χρόνο είναι αέρας χωρίς οξυγόνο. Και ο νους δε θέλει μόνο πνοή, για να επιβιώσει. Θέλει και έμπνευση, για να ζήσει.



   Είναι καιρός που εγκατέλειψες την επιφάνεια του εδάφους για να βγεις σε μιαν άλλη γη, με αέρα πιο καθαρό, με ήλιο πιο λαμπρό.

   Και η ανάδυση φαίνεται να αργεί. Βρίσκεται όλο και περισσότερες ανάσες πιο μακριά. Έχεις σχεδόν ξεχάσει την όψη και την οσμή των δέντρων, την ωραία μυρωδιά του χώματος μετά τη βροχή.

   Προχωράς στη ρευστή διαδρομή σου, εγκλωβισμένος στο υπόγειο σπήλαιο που σου υποσχέθηκε την ελευθερία. Σε μια σειρά από μισοπλημμυρισμένα κελιά, που τα ενώνει μόνο μια βαθιά ανάσα, ακολουθείς μεμονωμένες αχτίδες φωτός που καθεμιά τους μοιάζει να αναγγέλει τη λύτρωση.

   Έτσι είναι στις υπόγειες αυτές λίμνες, τις σενότες ή κενότες, στα κενοτάφια των στιγμών που δεν έζησαν ποτέ. Με απανωτές καταδύσεις εξερευνάς το δίκτυο από καρστικές πηγές, που ελπίζεις μια μέρα να σε ξαναγεννήσει σαν νερό αγνό, κρυστάλλινο.

   Και σκέφτεσαι πόσο πιο εύκολη θα ήταν η επόμενη βουτιά αν είχες κάποια παραπάνω αποθέματα οξυγόνου στο αίμα, μερικές στιγμές πίστωση πριν ο εγκέφαλός σου νεκρώσει. Μα είναι ήδη αργά. Και όσο πιο βαθιά προχωράς, τόσο πιο ανέφικτο είναι να ζητήσεις χρόνο. Ένας παράδοξος βρόχος ανάδρασης.

   Ακολουθείς φωτεινές δέσμες. Όπου και όταν τις βρεις. Μη γνωρίζοντας όμως από πού έρχεται το φως, δεν έχεις να κάνεις κάτι άλλο παρά μόνο να συνεχίσεις τις προσπάθειες. Έτσι κι αλλιώς πηγαίνεις στα τυφλά. Χωρίς Ανατολή και Δύση, χωρίς Βορρά και Νότο. Μόνο το πάνω και το κάτω. Μόνο ο αέρας και το νερό, το O2 και το H2O. Μόνο ευκαιρία ανάσας και κίνδυνος πνιγμού. Χωρίς εναλλαγή μέρας και νύχτας. Μόνο νύχτα. Και προχωράς, διασχίζοντας μιαν ατέλειωτη νύχτα, όπου όλα είναι ρευστά.

   Συχνά επιστρέφεις, με την πικρή διαπίστωση ότι το στενό εκείνο άνοιγμα δεν ήταν διέξοδος. Ήταν σταθμός ανεφοδιασμού· λίγο φως και λίγος φρέσκος αέρας, τα μόνα που είχε να σου δώσει. Η κόρη σου συστέλλεται απότομα και μετά διαστέλλεται ξανά, για να εισπράξει το γαλήνιο, παραδεισένιο γαλάζιο της υγρής σου κόλασης. Οι πνεύμονές σου ανοίγουν, παίρνοντας επιτέλους αέρα πλούσιο σε οξυγόνο, που θα φτάσει μέχρι κάτω, μέχρι το διάφραγμα. Τραβάς το νήμα της μνήμης και γυρνάς πίσω...


   ...Βρίσκεις μια νέα λίμνη και ετοιμάζεσαι για άλλη μια βουτιά. Έρχονται στο νου ξανά τα φανταστικά πλάσματα. Σαν ακούσια προσευχή. Εσύ αρνείσαι πεισματικά την ύπαρξή τους κι ας σε έσωσαν τόσες φορές. Δίνοντάς σου το φιλί της ζωής, σε κάποιο απατηλό πέρασμα που φαινόταν ρηχό και εύκολο, σε μια κατάδυση που φαινόταν σύντομη και ακίνδυνη. Τότε σου δώσαν χρόνο, σου δώσαν οξυγόνο, σου δώσαν έμπνευση.

   Έχεις μηδενίσει και ξεκινάς πάλι λοιπόν. Χωρίς ενθουσιασμό, χωρίς απογοήτευση. Παίρνεις μια βαθιά ανάσα και μπαίνεις. Το πρώτο μακροβούτι σε βγάζει σε έναν πέτρινο θάλαμο που φωτίζεται από παντού. Από τη χαραμάδα στην οροφή, από τις ακτίνες που χύνονται μέσα στο νερό της επόμενης λίμνης και φωτίζουν το βυθό της, από παντού. Και ξέρεις τι σημαίνει αυτό.

   Χωρίς ξεκούραση, ξαναβουτάς αλαφιασμένος· τα χέρια σου γίνονται πτερύγια που σε ωθούν πρώτα προς τα κάτω και μετά πάλι προς τα πάνω. Το φως τώρα έρχεται απευθείας πάνω σου, βλέπεις φως και τίποτα άλλο. Μέσα σε λίγες στιγμές, το εκτυφλωτικό πέπλο γίνεται μια δέσμη από αχτίδες, που σε καλεί στη νέα σου ζωή.

   Βάζεις το μαχαίρι σου στο ύψος του αφαλού και κόβεις βιαστικά το νήμα της μνήμης, που σε τραβούσε πίσω στην ασφάλεια της τελευταίας σπηλιάς. Η άνωση σε τραβά αποφασιστικά προς τα έξω, σαν το στιβαρό χέρι της μαμής που ξέρει τη δουλειά του. Ο αφόρητος πόνος στα αυτιά και τα πνευμόνια σε κάνει να βγάλεις το πρώτο σου κλάμα, που θα μεταφερθεί στην επιφάνεια με μερικές φυσαλίδες που προπορεύονται. Οι φυσαλίδες σπαν και το κλάμα σου αντηχεί, προαναγγέλλοντας το χαρμόσυνο γεγονός.

   Γέρνεις το κεφάλι προς τα πίσω, ώστε να ακουμπήσεις τον ουρανό πρώτα με το στόμα και τη μύτη και παίρνεις άπληστα βαθιές ανάσες για να γεμίσουν οι βρόγχοι. Κάνεις πίσω τα μαλλιά σου για να κοιτάξεις τριγύρω και σέρνεις τα δάχτυλά σου μέχρι κάτω, αγγίζοντας το λαιμό σου. Παίρνεις ανάσες για να γεμίσουν οι βρόγχοι κι έχεις τα χέρια στο λαιμό σου. Παίρνεις ανάσες για να γεμίσουν οι βρόγχοι, ψηλαφώντας τα βράγχια στο λαιμό σου. Ναι, τώρα πια έχεις βγάλει και βράγχια. Συγχαρητήρια. Είσαι πλέον αμφίβιο.


κόποι-λεφτ Augustember 2014, Old Times Reserved


Υ.Γ.: Πώς κάνεις έναν νεοναζί να κλείσει τ’ αυτιά του

   Όταν κάποιοι μεγάλοι μουσικοί, που ξέρουν να τραγουδάν για τους «από κάτω», δοκιμάσουν να γράψουν και μπλουζ, τότε βγαίνουν εκπληκτικά κομμάτια σαν κι αυτά:


                 Dan Kahn - The Destruction of New Orleans
                 8. Θανάσης Παπακωνσταντίνου - Ο Χομαγιούν και ο Βακάρ